Newsletter

Εγγραφείτε στο newsletter μας:

ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ: Προοπτικές γιά κτηνοτροφικές μονάδες γεννά ό άνταγωνισμός

2013-07-14 22:31

 

Η ελλειμματική παραγωγή κρέατος στην Ελλάδα και η ραγδαία μείωση ζωικού κεφαλαίου στις ανταγωνίστριες χώρες των Βαλκανίων αυξάνουν τη ζήτηση για ελληνικό κρέας, δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες για νέες κτηνοτροφικές μονάδες.

Σήμερα η συγκυρία είναι ιδανική για όσους θέλουν να δημιουργήσουν νέες μικρές κτηνοτροφικές μονάδες, καθώς έχει μειωθεί το ζωικό κεφάλαιο στις ανταγωνίστριες χώρες Ρουμανία και Βουλγαρία, με συνέπεια τα ελληνικά κτηνοτροφικά προϊόντα να γνωρίζουν μεγαλύτερη ζήτηση εντός και εκτός ελληνικών συνόρων.

Προοπτικές για κτηνοτροφικές μονάδες γεννά ο ανταγωνισμός

Ενα από τα σημεία-κλειδιά, όμως, για να πάρει μπροστά και πάλι η ελληνική κτηνοτροφία είναι η σωστή αξιοποίηση των βοσκοτόπων. Δηλαδή, η προστασία και η ορθολογική αξιοποίηση των βοσκοτόπων, σε συνδυασμό με την άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων, που δημιουργούνται από το «γκρίζο τοπίο λόγω του νομικού καθεστώτος, μπορεί να αποτελέσει τη βάση για την ανάκαμψη της ελληνικής κτηνοτροφίας.

Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στις «Επαγγελματικές Ευκαιρίες» ο κ. Λευτέρης Γίτσας, πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Κρέατος: Οι προοπτικές για την ελληνική κτηνοτροφία είναι πολύ καλές σήμερα. Και κάνει λόγο για την έλλειψη ζωικού κεφαλαίου που παρατηρείται στις ανταγωνίστριες χώρες που είναι η Βουλγαρία και η Ρουμανία, οι οποίες, όπως λέει, τροφοδοτούσαν επί 15 χρόνια τη χώρα μας με σφάγια, αλλά φέτος ξέμειναν από ζώα.

Τα νούμερα που παραθέτει είναι ενδεικτικά της κατάστασης: Η Βουλγαρία, από 9 εκατομμύρια πρόβατα που είχε το έτος 2000, σήμερα έχει μείνει με 1 εκατομμύριο και η Ρουμανία, από 8,5 εκατομμύρια πρόβατα, τώρα διαθέτει μόλις 2,5 εκατομμύρια. Παράλληλα, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην περιοχή που κατάφερε να διατηρήσει το ζωικό της κεφάλαιο στα 9 εκατομμύρια πρόβατα, ενώ η προοπτική είναι ευνοϊκή ακόμα και για διπλασιασμό αυτού του ζωικού κεφαλαίου. Ομως, για να καταστεί αυτό δυνατό, οι κτηνοτρόφοι και ειδικά οι μικρές μονάδες θα πρέπει να στηριχθούν, αφού με τις κατάλληλες ενέργειες η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει εξαγωγική χώρα.

Προοπτικές για κτηνοτροφικές μονάδες γεννά ο ανταγωνισμός

Το ίδιο ισχύει και με το αγελαδινό γάλα. Ολοι σχεδόν αυτοί που ασχολούνται με την κτηνοτροφική παραγωγή, εκτιμούσαν ότι ο τομέας της αγελαδοτροφίας στην Ελλάδα θα είχε εξαφανιστεί το 2015. Ομως, οι εξελίξεις είναι διαφορετικές. Διότι σημειώθηκε έκρηξη διεθνώς για το λεγόμενο greek yogurt και όλες οι χώρες -στις οποίες η ζήτηση είναι αυξημένη- ζητούν το γιαούρτι που καταναλώνουν να κατασκευάζεται από ελληνικό αγελαδινό γάλα.

Σύμφωνα με μελέτη του ΤΕΙ Λάρισας για τη ζωική παραγωγή, εκτιμάται ότι η συμβολή του αγροτικού τομέα είναι 3% στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, ενώ το 2004 ήταν 4,95% περίπου. Επίσης σήμερα η φυτική παραγωγή συμμετέχει στο γεωργικό προϊόν με ποσοστό 70% και η ζωική με 30% περίπου.

Κατά συνέπεια, τα περιθώρια ανάπτυξης της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα παραμένουν αρκετά μεγάλα, με την προϋπόθεση βέβαια της σωστής διαχείρισης της επιχείρησης τόσο ζωοτεχνικά όσο και οικονομικά.

Το παραδοσιακό επιχειρηματικό πρότυπο δεν αρκεί. Ο ανταγωνισμός δεν μετριέται πλέον σε όρους τιμών και κόστους παραγωγής, αλλά σε όρους προστιθέμενης αξίας.

Η επιτυχία, τελικά, σχετίζεται με την απόδοση: με το να προσφέρει η επιχείρηση αυτό που χρειάζεται ο πελάτης, όταν το χρειάζεται και στο επίπεδο ποιότητας και τιμής που το χρειάζεται. Μία είναι η επιδίωξη: ποιότητα και ασφάλεια, αναφέρεται χαρακτηριστικά στον Οδηγό για νέους κτηνοτρόφους του ΤΕΙ Λάρισας.

Σύμφωνα με μελέτη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η παραγωγή πρόβειου και κατσικίσιου γάλακτος στην ΕΕ παρουσιάζει μικρές διακυμάνσεις τα τελευταία χρόνια και κυμαίνεται γύρω από τους 4 εκατομμύρια τόνους.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η χώρα μας παράγει το 30% περίπου του συνολικώς παραγόμενου στην ΕΕ πρόβειου και κατσικίσιου γάλακτος, για τα οποία, σημειωτέον, δεν υπάρχουν περιορισμοί στην παραγωγή τους (όπως τα όρια ποσόστωσης στο αγελαδινό γάλα) που να επιβάλλονται από την ΕΕ.

Ελευθερία κινήσεων
Ετσι, οι κτηνοτρόφοι είναι ελεύθεροι να διαμορφώσουν την παραγωγή τους ανάλογα με την πορεία της ζήτησης, η οποία διαμορφώνει και τις τιμές. Το παραγόμενο πρόβειο και κατσικίσιο γάλα κατευθύνεται σε διάφορες χρήσεις με κύρια την παραγωγή τυριών.

Ο τομέας της αιγοπροβατοτροφίας, όπως προαναφέρθηκε, είναι ο σημαντικότερος τομέας της ελληνικής κτηνοτροφίας, καθώς:

Με τον κλάδο αυτόν ασχολούνται περίπου 110.000 εκμεταλλεύσεις με πάνω από 10 ενήλικα ζώα, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΣΕ.

Αποτελεί σημαντική, αν όχι την κυριότερη, πηγή εισοδήματος για τις περισσότερες ορεινές, νησιωτικές και με ειδικά προβλήματα (μειονεκτικές) περιοχές της χώρας μας.

Η αξία των προϊόντων του κλάδου αντιπροσωπεύει το 7,5 % της συνολικής Ακαθάριστης Αξίας της Γεωργικής Παραγωγής της χώρας μας και το 31,85% της συνολικής Ακαθάριστης Αξίας της Ζωικής Παραγωγής.

H ελληνική προβατοτροφία δεν φαίνεται να δέχεται, τουλάχιστον άμεσα, τον ισχυρό ανταγωνισμό από τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αφού κατέχει σημαντική θέση σ' αυτήν (π.χ., 5η στον συνολικό αριθμό προβάτων, 2η στη συνολική παραγωγή πρόβειου γάλακτος και 4η στη συνολική παραγωγή πρόβειου κρέατος).

Μάλιστα οι προοπτικές και οι δυνατότητες περαιτέρω ανάπτυξης είναι ευνοϊκές αν ληφθεί υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι ελλειμματική σε πρόβειο και κατσικίσιο κρέας (βαθμός αυτάρκειας 82%).

Τι ισχύει για τις υποδομές και τα ζώα
Το κόστος μπορεί να φτάσει τα 200.000 ευρώ

Το συνολικό κόστος εγκατάστασης μιας κτηνοτροφικής μονάδας εκμετάλλευσης 200 προβατίνων, φτάνει τις 200.000 ευρώ. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται όλα τα έξοδα ίδρυσης και εγκατάστασης της μονάδας, από την έκταση -απαιτούνται περίπου 4 στρέμματα-, τους στάβλους, τα έργα υποδομής, τις κτιριακές εγκαταστάσεις.

Στα έργα υποδομής περιλαμβάνονται η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, η περίφραξη της όλης προβατοτροφικής μονάδας, η διαμόρφωση του χώρου της σηπτικής δεξαμενής και του απορροφητικού βόθρου και ο κοπροσωρός. Στις κτιριακές εγκαταστάσεις περιλαμβάνονται το κτίριο σταβλισμού των προβατίνων και των κριαριών, η αίθουσα αμελκτηρίου, η αποθήκη μειγμάτων με το παρασκευαστήριο και το υπόστεγο χονδροειδών ζωοτροφών.

Εκτός από τις συνηθισμένες κατασκευές με σκελετό από μπετόν, μέταλλο ή ξύλο και τοιχοποιία από τούβλα ή τσιμεντόλιθους ή άλλα υλικά, τελευταία άρχισαν να χρησιμοποιούνται σαν προβατοστάσια και οι λεγόμενες θερμοκηπιακές κατασκευές με κάλυψη από πολυαιθυλένιο ή άλλο υλικό, χαμηλού κόστους κατασκευής. Δεν απαιτείται γι' αυτές άδεια οικοδομής, αλλά σχετική έγκριση από τις πολεοδομικές υπηρεσίες.

Τέλος, στον μηχανολογικό εξοπλισμό περιλαμβάνονται το αμελκτήριο με τις θέσεις αμελκτικών μονάδων, ο εξοπλισμός του ποιμνιοστασίου (ποτίστρες, ταΐστρες, καρότσια μεταφοράς ζωοτροφών κ.λπ.) και του παρασκευαστηρίου ζωοτροφών (σφυρόμυλος, αναμεικτήρας, ζυγιστικό, σιλό κ.λπ.).

Το συνολικό κόστος ίδρυσης και εγκατάστασης μιας τέτοιας μονάδας υπολογίζεται στις 200.000 ευρώ, μαζί με την αξία κτήσης των ζώων.

Το κόστος για μία μονάδα τώρα με 28 αγελάδες γαλακτοπαραγωγής μπορεί να ξεπεράσει τις 260.000 ευρώ, σύμφωνα με τον οδηγό του ΤΕΙ Λάρισας, με βάση στοιχεία της αγοράς.

Η ίδρυση και εγκατάσταση μιας σύγχρονης βοοτροφικής εκμετάλλευσης 28 αγελάδων γαλακτοπαραγωγής έχει ανάγκη έκτασης 3 στρεμμάτων για τις κτιριακές της εγκαταστάσεις με τον ανάλογο ελεύθερο χώρο, ορισμένα έργα υποδομής, τις απαραίτητες εγκαταστάσεις και τον αναγκαίο μηχανολογικό εξοπλισμό.

Στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται οι δαπάνες για την έκταση, τα έργα υποδομής, όπως είναι η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, η περίφραξη της μονάδας, ο κοπροσωρός και οι αναγκαίοι βόθροι, καθώς και το εσωτερικό δίκτυο ύδρευσης, οι εγκαταστάσεις, όπως είναι ο στάβλος διαστάσεων 40Χ7,6 μέτρα, και περιλαμβάνει, εκτός από τον χώρο διαμονής των ζώων, το αμελκτήριο, την αίθουσα συγκέντρωσης του γάλακτος και βοηθητικούς χώρους, καθώς και το παρασκευαστήριο ζωοτροφών (που αποτελεί και αποθήκη πρώτων συσκευασμένων πρώτων υλών για την παραγωγή των σιτηρεσίων και τέλος διάφορα υπόστεγα για την αποθήκευση χονδροειδών ζωοτροφών και ανάπτυξη μοσχαριών), ο μηχανολογικός και λοιπός εξοπλισμός (όπως είναι ο εξοπλισμός του αμελκτηρίου, ο εξοπλισμός του παρασκευαστηρίου τροφών, μεταλλικά σιλό αποθήκευσης καρπών και μειγμάτων, συστήματα παράθεσης τροφών και αποκομιδής κόπρου, αντλίες κλπ.).

Το 79% του κόστους αφορά τα έργα υποδομής και το 21% το ζωικό κεφάλαιο.

Αυξανόμενη η ζήτηση
Ελλειμματική η παραγωγή κρέατος στην Ελλάδα σε σχέση με την εγχώρια κατανάλωση.

Μία από τις πιο σημαντικές κατηγορίες τροφίμων που καταναλώνουν οι Ελληνες είναι το κρέας, όπου το μεγαλύτερο μέρος του εισάγεται και η εγχώρια παραγωγή δεν επαρκεί για να καλύψει τις ανάγκες των Ελλήνων. Σύμφωνα με στοιχεία της ICAP, η εγχώρια ανθρώπινη κατανάλωση κρέατος το 2010 εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε στους 905,3 χιλ. τόνους, μειωμένη κατά 0,9% έναντι του προηγούμενου έτους. Η καθαρή εγχώρια παραγωγή ανήλθε σε 503.300 τόνους το 2010, οι εισαγωγές σε 432.000 τόνους και οι εξαγωγές μόλις που άγγιξαν τους 30.000 τόνους.