Newsletter

Εγγραφείτε στο newsletter μας:

Η Αθήνα δεν έχει νικήσει τον κακό της εαυτό

2014-07-07 09:53

του Tony Barber

Η ελληνική κρίση ήταν πάντοτε κάτι πολύ περισσότερο από τα spreads, τα ελλείμματα και τις συμπεριφορές «καρτέλ». Η βαθιά ριζωμένη -και λανθασμένη- αντίληψη του κράτους, οι παρασιτικές συμπεριφορές και το στοίχημα των μεταρρυθμίσεων.
Η Αθήνα δεν έχει νικήσει τον κακό της εαυτό

Θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι το γεγονός πως η Ελλάδα διαχειρίζεται επιτέλους τις απάτες με τις συντάξεις των πεθαμένων που συνεχίζουν να εισπράττονται είναι ένας μικρός θρίαμβος για την κυβέρνηση, τους υπουργούς και την οικονομική αστυνομία της χώρας.

Οι απατεώνες είναι μια μικρή μειοψηφία σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας και τα ποσά που έχουν ανακτηθεί – περίπου 40 εκατ. Ευρώ- ωχριούν σε σχέση με το δημόσιο χρέος που ανέρχεται στα 320 δισ. ευρώή το 175% του ΑΕΠ της χώρας.

Ωστόσο, η αντιμετώπιση των συντάξεων «μαϊμού», όπως και η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, βρίσκονται στο επίκεντρο του προγράμματος που επιχειρεί να εκσυγχρονίσει το ελληνικό δημόσιο μετά την πρώτη διάσωση της χώρας το Μάιο του 2010.

Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι εάν οι προσπάθειες αυτές αποτύχουν λόγω των παρασιτικών και αναξιόπιστων συμπεριφορών προς το κράτος, που είναι ριζωμένες βαθιά στο χρόνο, ήδη από τις πρώτες μέρες της ανεξαρτησίας της χώρας το 1821, τα βάσανα που έχει υποστεί η ελληνική κοινωνία την τελευταία πενταετία θα έχουν πάει στράφι.

Άλλωστε, πάντοτε η ελληνική κρίση ήταν πολύ περισσότερα από την εκτίναξη των ομολογιακών spreads, τα ελλείμματα προϋπολογισμού, την αυστηρή εργατική νομοθεσία και τη συμπεριφορά τύπου καρτέλ από τις επιχειρήσεις και τους επαγγελματίες.

Ήταν οι κοινωνικές συμπεριφορές, ο σεβασμός του νόμου και η ανάγκη για μια ορθότερη σχέση μεταξύ πολίτη και κράτους, μακριά από υποψίες και σπέκουλες. Ήταν για το εάν η Ελλάδα σαν κράτος – και όχι η Ελλάδα ως οικονομία – ήταν σε θέση να μοιράζεται το ίδιο νόμισμα με τη Γερμανία.

Η χώρα μπήκε σε περιπέτειες επειδή, πολύ πριν τη δημιουργία του ευρώ το 1999, γενιές ελλήνων πολιτικών αλλά και της κοινής γνώμης προτιμούσαν να αντιλαμβάνονται το κράτος, όχι σαν έναν πειθαρχημένο, αμερόληπτο διανομέα δημοσίων υπηρεσιών που χρηματοδοτούνται μέσω της φορολογίας, αλλά ως πηγή ευκαιριών για «αρπαχτές».

Η απότομη αφύπνιση του 2010, αν και ταρακούνησε το δικομματικό σύστημα που ευθύνεται για τη διοίκηση και την κακοδιοίκηση στη χώρα από το 1974 όταν είχε καταρρεύσει η χούντα, δεν οδήγησε άμεσα σε βελτιώσεις.

Οι πολιτικές και γραφειοκρατικές δομές και τα συνδικάτα αποδείχθηκαν ικανότατα στο να σαμποτάρουν τις αλλαγές στο δημόσιο τομέα. Καθώς η ανεργία ξεπέρασε το 25%, στην πρώτη φάση της κρίσης ο ιδιωτικός τομέας υπέστη το κύριο βάρος.

Τελικά, η διευρυμένη κοινωνική αναταραχή, η απουσία σημαντικών οικονομικών μεταρρυθμίσεων και η ανάδυση εξτρεμιστικών πολιτικών δυνάμεων, σε συνδυασμό με το φόβο ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να απομακρυνθεί από το ευρώ ή να οδηγηθεί σε στάση πληρωμών, παρήγαγαν τον Ιούνιο του 2012 μια εκλογική νίκη για κυβέρνηση συνασπισμού, υπό τη Νέα Δημοκρατία.

Η νέα κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά είδε ότι ο χρόνος τελείωνε και απαιτούταν μια πιο πειστική προσπάθεια στον τομέα των μεταρρυθμίσεων για να σωθεί η οικονομία, η διεθνής θέση της χώρας και πιθανόν, η ίδια η Δημοκρατία.

Εδώ και δυο χρόνια, οι ελληνικές μεταρρυθμίσεις σημειώνουν πρόοδο, αλλά απέχουν πολύ ακόμη από την πειστική επικράτηση απέναντι στις δυνάμεις της αδράνειας και των παλιών συνηθειών.

Το φορολογικό σύστημα είναι ένα παράδειγμα. Στις εποχές προ κρίσης, οι εφορίες σε γεωγραφικά απομονωμένες και μη τεχνολογικά προηγμένες περιοχές της χώρας ενθάρρυναν τους φορολογούμενους να μειώνουν τις οφειλές τους, κλείνοντας συμφωνίες με διεφθαρμένους αξιωματούχους. Η ίδια η δομή της συλλογής φόρων ήταν ένα εμπόδιο στην αλλαγή.

Πλέον οι αρχές έχουν κλείσει περιφερειακές εφορίες, εισάγοντας ισχυρότερο κεντρικό έλεγχο. Ταυτόχρονα, η τεχνολογία έχει επιτρέψει την μεγαλύτερη επίβλεψη των φορολογικών υποθέσεων. Σχεδόν 2.000 έλεγχοι τη βδομάδα πραγματοποιούνται σε εστιατόρια, καταστήματα, ιατρεία και άλλες επιχειρήσεις που συγκεντρώνουν υποψίες για απόκρυψη εισοδημάτων. Τα φορολογικά έσοδα ενισχύονται.

Το σύστημα δεν έχει ενισχυθεί ακόμη επαρκώς, ώστε να «πιάσει» τους μεγαλύτερους και πλουσιότερους φοροφυγάδες –ένα ζήτημα που έθιξε ο πρώην γενικός γραμματέας δημοσίων εσόδων,Χάρης Θεοχάρης, όταν παραιτήθηκε εκτάκτως στις αρχές Ιουνίου, προς απογοήτευση των ευρωπαίων εταίρων. Σύμφωνα με τον κ. Θεοχάρη, 280 έρευνες στα υψηλότερα εισοδήματα είχαν αποδώσει επιπλέον έσοδα μόλις 80 εκατ. Ευρώ.

Αυτό αποτελεί υπενθύμιση του βαθύτερου ερωτήματος που καλείται να απαντήσει η Ελλάδα τους επόμενους 12 μήνες.

Αυτό δεν είναι εάν οι ξένοι πιστωτές θα συμφωνήσουν σε περαιτέρω ελάφρυνση χρέους. Ούτε εάν ο τουρισμός θα έχει μια ακόμη χρονιά – ρεκόρ. Ούτε καν αν η κυβέρνηση Σαμαρά θα «πέσει» και θα πάμε σε πρόωρες εκλογές.

Το καυτό ερώτημα που καλείται να απαντήσει η χώρα είναι εάν οι πολιτικοί, οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι επιχειρηματίες και οι πολίτες της χώρας θα συνεχίσουν τις προσπάθειές τους να θέσουν την Ελλάδα σε ένα μη αναστρέψιμο μονοπάτι εκσυγχρονισμού.