Newsletter

Εγγραφείτε στο newsletter μας:

Τού Γιάννη Κιμπουρόπουλου - Podemos?

2014-07-01 12:48

«Οι αυταπάτες με την αυτοδυναμία τελείωσαν... Στην Κουμουνδούρου πρέπει να αντιληφθούν ότι, αν επιμείνουν αριστερά, δεν πρόκειται να βρουν εκλογικό πεδίο. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι τη διόρθωση πορείας του ΣΥΡΙΖΑ την έχει ανάγκη η χώρα». Μ' αυτή την αποστροφή την περασμένη Δευτέρα το ΔΟΛιο συγκρότημα ("Νέα") συνόδευσε την εκτίμηση (ή ευχή;) για «στροφή 45 μοιρών από τον Τσίπρα». Ήταν ό,τι πιο «φιλικό» για τον ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να ψελλίσει εδώ και χρόνια.

Το τι έχει ανάγκη η χώρα εξαρτάται από το σε ποιον «όροφό» της κατοικείς. Όταν βρίσκεσαι στην κορυφή της πυραμίδας, λογικό είναι να θεωρείς ανάγκες της χώρας αποκλειστικά τις δικές σου. Το ΔΟΛιο συγκρότημα έχει προσκολληθεί στον ακροδεξιάς κοπής Σαμαρά, αλλά ταυτόχρονα θέλει απελπισμένα να αναστήσει την «Κεντροαριστερά» του. Πρόκειται για άθλο που δεν μπορούν να επιτελέσουν η φαιοπράσινη «Ελιά», το θολό «Ποτάμι» και η θολότερη ΔΗΜΑΡ. Ενώ, λοιπόν, ο Σαμαράς επιχειρεί με κοινοβουλευτική μηχανική να χτίσει πλειοψηφία 180 βουλευτών, ώστε να παρατείνει τον βίο της συγκυβέρνησης, το «εθνικό» συγκρότημα ασκεί τη δική του σολομωνική. Ενθαρρύνει με γραφικό ζήλο τη μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ προς τον αγαπημένο του μεσαίο χώρο («Δεξιότερα, Κουροπάτκιν», παραινούσαν τα «Νέα») και προσπαθεί να καταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ καταλύτη ανασύνθεσης της λατρεμένης «Κεντροαριστεράς».

Δεν υπάρχει τίποτε παράδοξο στη συμπεριφορά της μιντιακής και οικονομικής ελίτ. Πάλεψε για καιρό με δαίμονες και ψευδαισθήσεις, τώρα συμφιλιώνεται με το αυτονόητο. Μια τεράστια μάζα πολιτών, όπως καταγράφηκε και στις ευρωεκλογές, αποδεσμεύτηκε από το μνημονιακό μπλοκ. Το μεγαλύτερο μέρος κερδήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ένα μεγάλο τμήμα της παραμένει σε κατάσταση μετάβασης, ταλαντευόμενο ανάμεσα στους πόλους του νέου, ατελούς διπολισμού. Σ' αυτό η εκτίμηση της διαπλεκόμενης ελίτ συγκλίνει μ' αυτήν του ΣΥΡΙΖΑ. Η αναμέτρηση θα κριθεί από το ποιος θα κερδίσει τον υπό μετάβαση, ενδιάμεσο (και ουχί μεσαίο) χώρο.

Ωστόσο, είτε μιλάμε για τη Ν.Δ. που προσπαθεί με ρουσφετάκια να ανακτήσει επιρροή στα στρώματα αυτά, είτε για τη μιντιακή διαπλοκή που αναβιώνει την παλιά της τέχνη, την πολιτική μαγειρική, είτε για τον ΣΥΡΙΖΑ που επιδιώκει να κερδίσει την ηγεμονία, η επιρροή στον «ενδιάμεσο» χώρο αποκλείεται να κερδηθεί με ανακύκλωση φθαρμένων και ανυπόληπτων πολιτικών υλικών. Όσες «μετεγγραφές» και «απαγωγές» κι αν γίνουν μεταξύ μνημονιακού και αντιμνημονιακού μπλοκ, θα έχουν ελάχιστη επίδραση στην πραγματική κοινωνία.

Βεβαίως, είναι φυσικό για ένα κόμμα που «χτυπάει» διακυβέρνηση, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, να επιδιώκει ρήγματα στους αντιπάλους του. Είναι επίσης εύλογο να προσπαθεί να ξεπεράσει με ένα βαθμό συγκεντρωτισμού τις φυσιολογικές ωδίνες συγκρότησής του σε κόμμα εξουσίας, την «οργανωτική υστέρηση έναντι της πολιτικής του επιρροής» ή τη μετεξέλιξή του «από ομοσπονδία σε ενιαίο κόμμα». Ωστόσο, αυτά είναι εργαλεία που αντιστοιχούν στην παραδοσιακή πολιτική και στη συμβατική κομματική συγκρότηση. Δύσκολα υπηρετούν πια στόχους μακράς πνοής (κυβέρνηση Αριστεράς, παλλαϊκό μέτωπο κ.λπ.), κι ακόμη πιο δύσκολα στρατεύουν και κινητοποιούν ανθρώπους. Η παραδοσιακή κομματική δομή, με την αυστηρή ιεραρχία και τον «δημοκρατικό συγκεντρωτισμό» της, αποτελεί κι αυτή συνιστώσα της κρίσης εκπροσώπησης. Η ικανότητα του παραδοσιακού κόμματος να υποδέχεται τη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας έχει εξαντληθεί. Και ίσως μ' αυτό σχετίζεται το εντυπωσιακό ξεφούσκωμα των Ελλήνων «Αγανακτισμένων», που άφησε απορία κι απογοήτευση.

Ωστόσο, αυτή δεν είναι η μοναδική εμπειρία. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία των ευρωεκλογών ήταν η επιτυχία του Podemos, γνήσιου τέκνου των Ισπανών «Αγανακτισμένων». Ο διεθνής Τύπος το χαρακτηρίζει «κόμμα υπό κατασκευή». Όμως, μια προσεκτικότερη ματιά στον τρόπο συγκρότησής του αποδεικνύει ότι όχι μόνο δεν είναι κόμμα, αλλά δεν θέλει και να γίνει. Το «πείραμα» είναι εντυπωσιακό: περίπου 300 «κύκλοι» πολιτών σε όλη την Ισπανία λειτουργούν με τη μορφή των λαϊκών συνελεύσεων και τροφοδοτούν με ερωτήματα, θέσεις και στοιχεία προγράμματος έναν φορέα που κινείται μεν στην τροχιά της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά ταυτόχρονα δέχεται στις τάξεις του άτομα και ομάδες χωρίς πολιτικο-ιδεολογικό face control, με κριτήριο την επανίδρυση της δημοκρατίας στην κοινωνική ζωή και στη διακυβέρνηση. Αυτό άλλωστε, ο ακρωτηριασμός της δημοκρατίας, είναι και πυρήνας της κρίσης που προκάλεσε ο νεοφιλελεύθερος, ολοκληρωτικός καπιταλισμός, με τον μανδύα του Μνημονίου ή χωρίς αυτόν.

Το Podemos πειραματίζεται στο πιο ευρύ μέτωπο που μπορεί να υπάρξει στην εποχή του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Το μέτωπο της πραγματικής δημοκρατίας, με όλο το πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό βάθος της. Το όνομά του («Μπορούμε») ακούγεται σαν ένεση αυτοπεποίθησης, αλλά ο πειραματισμός του υπαινίσσεται κι ένα ερωτηματικό. Σ' αυτή την εκδοχή (Podemos?) καθίσταται ένα ενδιαφέρον ερώτημα και για την καθ' ημάς Αριστερά. Εμείς μπορούμε, άραγε;