«Έχουμε πάνω από 500 ζώα, μεταξύ αυτών και μεγάλα όπως ελέφαντα και αρκούδα», αναφέρει η ξεναγός του μουσείου του θεάτρου, Λιουντμίλα Ποπένκο, προσθέτοντας, ότι «οι παραμυθένιες παραστάσεις με πρωταγωνιστές τα ζώα έχουν τρομερή δημοτικότητα και τα εισιτήρια για ορισμένες από αυτές πρέπει να τα εξασφαλίσει κανείς έξι μήνες νωρίτερα».
Το γένος των Ντούροφ έχει τις ρίζες του στο Μεσαίωνα. Πιο γνωστός εκπρόσωπός του ήταν η πρώτη γυναίκα αξιωματικός, Ναντέζντα Ντούροβα, η οποία στον πόλεμο του 1812 με τον Ναπολέοντα έκρυβε ότι είναι γυναίκα. Εγινε δεκτή στο ιππικό και προήχθη μάλιστα στο βαθμό του αξιωματικού. Ως τις τελευταίες ημέρες της, κυκλοφορούσε με ανδρική ενδυμασία και απαιτούσε να την προσφωνούν με το αντρικό όνομα.
Το θέατρο ίδρυσε το 1912 ο κλόουν και θηριοδαμαστής, Βλαντίμιρ Ντούροφ. Όπως αναφέρει η Λιουντμίλα, αυτός περιόδευε στη χώρα και μετέφερε μαζί του οκτώ βαγόνια με ζώα. Ακολούθως, η Λιουντμίλα οδήγησε τον γράφοντα στη σιδηροδρομική γραμμή που η απόσταση ανάμεσα στις ράγες της είναι τρεις φορές μικρότερη από την κανονική. Πρόκειται για ένα αληθινό τρένο με ατμομηχανή από το διάσημο νούμερο του θεάτρου. Βάσει του σεναρίου, 50 ζώα αγόραζαν (!) εισιτήρια, κάθονταν στα βαγόνια και το τρένο άρχιζε να κάνει κύκλους.
Τελικά, ο Ντούροφ κουράστηκε από τις περιοδείες και αγόρασε ένα σπίτι, εγκαθιστώντας στην πίσω αυλή όλα τα ζώα του. Μετά την επανάσταση του 1917, ο Ντούροφ χάρισε το θέατρό του στο κράτος. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, τον διόρισαν ισόβιο διευθυντή του θεάτρου. Από τότε το θέατρο διευθύνουν αποκλειστικά εκπρόσωποι της δυναστείας των Ντούροφ.
Οικογενειακή υπόθεση
Ύστερα από το θάνατο του Ντούροφ, τη θέση του πήρε η κόρη του -εκπαιδευτής ζώων- Άννα, η οποία στη διάρκεια του πολέμου, το 1943, ανέβασε την πρώτη παράσταση με ζώα. Ήταν πιθανόν η πρώτη παράσταση παγκοσμίως, στην οποία τα ζώα έπαιζαν επί ίσοις όροις με τους ανθρώπους. Από τότε η «Γωνιά του Ντούροφ» κατέστη ένα ολοκληρωμένο θέατρο.
Ακολούθως, το θέατρο διεύθυνε ο εγγονός, Γιούρι Ντούροφ, ο οποίος είχε παίξει το ρόλο του Ουίνστον Τσόρτσιλ στο κινηματογραφικό έπος «Απελευθέρωση» στα τέλη της δεκαετίας του ΄60 και δέχθηκε την ευγνωμοσύνη της βασίλισσας της Αγγλίας που τον αναγνώρισε ως εκείνον που ενσάρκωσε καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον τον βρετανό πρωθυπουργό.
Το 2007, επικεφαλής του θεάτρου έγινε ο δισέγγονος του Βλαντίμιρ Ντούροφ, Γιούρι Ντούροφ. Σε αυτό εργάζεται και η θηριοδαμαστής 25χρονη κόρη του, Ναταλία, η οποία εκπαιδεύει ακόμη και τον ελέφαντα. Πρόκειται για την πέμπτη γενιά θηριοδαμαστών του γένους των Ντούροφ.
Ο κουτός μυρμηγκοφάγος
Πηγή: Θέατρο «Η Γωνιά του παππού Ντούροφ»
Φτάσαμε στον βαλσαμωμένο μυρμηγκοφάγο που στέκεται στα πίσω πόδια, σε μια αμυντική στάση. Έχει παρατεταμένα προς τα εμπρός τα δυο μπροστινά πόδια με τα νύχια του να διακρίνονται και φαίνεται σαν να είναι έτοιμος να γρατζουνίσει. «Ο μυρμηγκοφάγος είναι καλό ζώο -αναφέρει η Λιουντμίλα- δεν έχει δόντια, γι’ αυτό τρώει μόνο μυρμήγκια και τερμίτες. Έχει κολλώδη γλώσσα μήκους 80 εκατοστών, με την οποία πιάνει τα μυρμήγκια απευθείας μέσα από τις μυρμηγκοφωλιές. Μάλιστα, η γλώσσα του δουλεύει μέσα-έξω με ταχύτητα 160 φορές το λεπτό. Στο κάθε “γεύμα” του ο μυρμηγκοφάγος μπορεί να καταναλώσει έως και 2 κιλά μυρμήγκια». Είναι φυσικά αγαθός, αλλά κουτός», λέει η υπάλληλος με κάποια λύπη.
«Ο Ντούροφ καθιέρωσε ένα νέο τρόπο εκπαίδευσης, όχι με τη χρήση ράβδου ή μαστιγίου, αλλά μέσω της ενθάρρυνσης με τη γεύση, δίνοντας ύστερα από κάθε κόλπο στο ζώο την αγαπημένη του λιχουδιά», διηγείται περήφανα η Λιουντμίλα. Ωστόσο, στην περίπτωση του μυρμηγκοφάγου αυτό ήταν αδύνατο, καθώς ο Ντούροφ δεν μπορούσε πουθενά να βρει μερικά κιλά μυρμηγκιών την ημέρα. Επινόησε λοιπόν μια ειδική τροφή, δηλαδή κιμά από κρέας, γάλα και αυγά. Ο μυρμηγκοφάγος το έτρωγε αυτό για λίγα χρόνια, αλλά μετά πέθανε από τη θλίψη».Κάποτε, ο ιδρυτής του γένους των Ντούροφ έδωσε στον μυρμηγκοφάγο ένα όπλο και τον έβαλε φρουρό. Και να σημειωθεί, ότι αυτή είναι η μοναδική περίπτωση εκπαίδευσης μυρμηγκοφάγου. Εξαιτίας του αδύναμα ανεπτυγμένου εγκεφάλου τους, πέρα από το να κρατούν ένα όπλο, δεν είναι ικανοί για τίποτε άλλο. Όμως, λίγο πιο πάνω κρέμεται η φωτογραφία ενός γατόπαρδου, ο οποίος ήταν σαφώς πιο έξυπνος από τον μυρμηγκοφάγο και ο Ντούροφ τον έμαθε να πυροβολεί με το όπλο.
Ο σκύλος, η γάτα και το ποντίκι
Τριγύρω υπάρχουν πολλά βαλσαμωμένα ζώα. Όλα τους ήταν αγαπημένα ζώα του Ντούροφ και επιτελούσαν σημαντικό κοινωνικό ρόλο. Να και το αγαπημένο γουρούνι του, η «Φιντιφλιούσκα» («ακαμάτισσα», «ελαφρόμυαλη»), την οποία μια φορά είχε δέσει σε ένα αμαξίδιο και έφτασε με αυτό τον τρόπο σε ένα εστιατόριο. «Με αυτό ήθελε να δείξει -λέει η Λιουντμίλα- ότι τα γουρούνια δεν κάνουν μόνο για να τα τρως, αλλά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για δημιουργική δουλειά».
Πηγή: Θέατρο «Η Γωνιά του παππού Ντούροφ»
Πιο πέρα, οι αγαπημένοι του χιμπατζήδες. Ο Ντούροφ τους εκπαίδευε και τους ανέτρεφε σαν να ήταν παιδιά του. Αυτοί μπορούσαν να ζωγραφίσουν, να γράφουν τρίλιζα, να ανάβουν σπίρτο και κερί, έτρωγαν με κουτάλι στο κοινό τραπέζι, κοιμούνταν στο κρεβάτι, χρησιμοποιούσαν ουροδοχείο, έπλεναν τα χέρια τους πριν το φαγητό, έκαναν τρίκυκλο ποδήλατο και καθάριζαν το πάτωμα με τη σφουγγαρίστρα.
Στη μεγάλη σκηνή, στην παράσταση «Το καπρίτσιο της πριγκίπισσας», η κακιά μητριά στέλνει τη νύχτα της πρωτοχρονιάς τη θετή κόρη της στο δάσος να μαζέψει αγριολούλουδα γάλανθους. Στο μαγικό δάσος συναντά διάφορα ζώα, τα οποία παίζουν το ρόλο τους όπως οι άνθρωποι. Τη μια ο λαγός θα δείξει το δρόμο, την άλλη ο λύκος θα βοηθήσει... Αλλά και οι καθιερωμένες ατραξιόν παραμένουν στο πρόγραμμα.Αυτή ακριβώς την παράδοση του εξανθρωπισμού των ζώων τηρεί και μέχρι σήμερα το θέατρο. Αυτό, διαθέτει δυο σκηνές: Τη μεγάλη για τις πιο σύνθετες παραστάσεις, όπου σε κάθε σκηνή αλλάζει το σκηνικό, και τη μικρή σκηνή όπου ανεβάζουν παραστάσεις με το μόνιμο σκηνικό, για τους πιο μικρούς φίλους του θεάματος.
Στη μικρή σκηνή τα παραμύθια απευθύνονται στους πιο μικρούς θεατές. Στην παράσταση του ρωσικού λαϊκού παραμυθιού «Το γογγύλι», στον κήπο του παππού και της γιαγιάς φύτρωσε ένα τεράστιο γογγύλι. Ο παππούς και η γιαγιά δεν μπορούσαν να το τραβήξουν να βγει έξω. Τότε έσπευσαν σε βοήθεια ο σκύλος, ο γάτος και τέλος... ο ποντικός, και όλοι μαζί τράβηξαν το γογγύλι. Είναι περιττό να πούμε ότι τα ζώα έφεραν με έξοχο τρόπο εις πέρας την αποστολή.