Newsletter

Εγγραφείτε στο newsletter μας:

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: - Γνώθι Σ’ αυτόν

2014-05-29 17:19

Όπως εξηγεί ο Πρόκλος, στο “Εις τον Πλάτωνος πρώτων Αλκιβιάδη, 1.1 – 6.4   και   7.12 – 10.18“, των Πλατωνικών διαλόγων και πάσης της φιλοσοφικής θεωρίας η κυριότερη και σταθερότερη αρχή είναι η διάγνωση της Ουσίας του Εαυτού μας. Που άπαξ και αυτή τοποθετηθεί ορθώς, θα μπορέσουμε σε κάθε περίπτωση να κατανοήσουμε ακριβέστατα το αγαθό που μας ταιριάζει όπως και το κακό που το αντιμάχεται. Άλλωστε χαρακτηριστικό εκάστου όντως, πέρα από το διαφορετικό Είναι, είναι και η τελείωσή τους, άλλη για το ένα και άλλη για το άλλο, κατά την ύφεση (καθοδική πορεία) της Ουσία! Είτε δηλ. το είναι προέρχεται από την ίδια εστία και πρωταρχική πηγή, όπως λέει ο Αριστοτέλης, οπότε η τελείωση κατ’ ανάγκη συμβαίνει για τον καθένα σύμφωνα με τα μέτρα και τους προσδιορισμούς της ουσίας. Είτε το αγαθό έρχεται από άλλη πρεσβύτερη και ιερότερη αιτία, και από άλλη αιτία έρχονται η ουσία και το είναι για τα πράγματα, καθώς το καθένα μετέχει στο ΟΝ αμυδρότερα ή εναργέστερα, οπότε με τον ανάλογο τρόπο θα μετάσχει στον Αγαθό : τα πρωταρχικά όντα σε ένα μεγαλύτερο και τελειότερο αγαθό, τα τοποθετημένα στα ενδιάμεσα σε ένα κατώτερα αγαθό, σύμφωνα με την βαθμίδα τους, και τα έσχατα των όντων σε ένα έσχατο αγαθό. Και πως αλλιώς θα μπορούσε να συμβαίνει με τα όντα, την στιγμή που ηγούνται οι θεοί και η πρόνοια, παρά να κατανέμονται στην περιοχή του Αγαθού ανάλογα με την αξία τους ;; Δεν μπορεί δηλ. ο Νους να οδηγεί σε τάξη τα όντα και να χορηγεί στον καθένα το προσήκον μέτρο του είναι του, αλλά το Αγαθό, που είναι καθαυτό  ανώτερο του Νου, να μεταδίδει δίχως τάξη τον εαυτό του στα όντα και να διοχετεύει προς τα αγαθά, με αποτέλεσμα ή σε αυτά που διαφέρουν ως προς την ουσία τους (εννοώ, επί παραδείγματι, τα αίτια και τα αιτιατά) να μεταδίδει την ίδια την αγαθότητα ή σε αυτά που ταυτίζονται κατά το είναι τους να μοιράζει τις τελειοποιήσεις  είτε των ανώτερων είτε των κατώτερων τους. Διότι, όπως λέει ο Πλάτων στον «Τίμαιο», «ούτε είναι ούτε ήταν ποτέ ορθό να κάνει το άριστο κάτι άλλο παρεκτός  το κατεξοχήν ωραίο και το κατεξοχήν σύμμετρο – θέμις οὔτε ἦν, οὔτε ἐστὶ τῷ ἀρίστῳ δρᾶν ἄλλο τι πλὴν τὸ κάλλιστον καὶ συμμετρότατον». Κατεξοχήν σύμμετρο δεν είναι το ίδιο αγαθό για τα πρωταρχικώς υπάρχοντα και για τα κατώτερα, ούτε για όσα έχουν την ίδια ύπαρξη η παραλλάσασα ως προς την ουσία τελείωση, αλλά όπως λέγει ο Πλάτων στους «Νόμους, 757.a», αρμονικότερη και άριστη από τις ισότητες είναι αυτή που μοιράζει άνισα στα άνισα : στα μείζονα να αποδίδει τα μείζονα και στα ελάσσονα τα ελάσσονα. Σύμφωνα με αυτήν λοιπόν και το αγαθό είναι διαφορετικό κατά περίπτωση, και κατά φυσικό τρόπο το αγαθό που ενυπάρχει στο καθετί είναι αντίστοιχο προς την φύση του. Για τούτο του νου, αφενός, η τελείωση (το τέλειο) είναι «ἐν αἰῶνι», και της ψυχής το αγαθό είναι κατά νου, του σώματος όμως είναι κατά φύση. Και πάλι άλλη είναι η τελειότητα των θεών, άλλη των αγγέλων και των δαιμόνων, άλλη των επιμέρους ψυχών. Και όποιος θεωρεί ότι, ενώ η ουσία σε τούτα είναι διαφορετική, η τελείωση είναι ίδια, σφάλει ως προς την αλήθεια των όντων. «Δεν είναι κανένα φύλο ίδιο – ἐπεὶ οὔποτε φῦλον ὁμοῖον», λέγει ο Όμηρος στην ραψωδία Έ σ. 441 της Ιλιάδος,  «οὔτε θεῶν  καὶ ἀνθρώπων» ούτε των ενδιάμεσων σε τούτους γενών και των προς τα δύο μέρη ακραίων σημείων.

Αν οι παραπάνω υποθέσεις είναι σωστές, πρέπει για κάθε βαθμίδα των όντων να γνωρίζουμε, πριν από την τελείωση, την ουσία. Πράγματι, η τελείωση δεν ανήκει σε αυτήν, αλλά στην ουσία που μετέχει σε αυτή. Τούτη είναι λοιπόν που πρέπει να εξεταστεί πρώτη, φερ’ ειπείν, αν πρόκειται για αμέριστη ουσία ή για μεριστή στα σώματα ή για τοποθετημένη στο ενδιάμεσο. Και αν πρόκειται για ουσία των αιωνίων ή «τῶν κατὰ πάντα τὸν χρόνον ὑφισταμένων» ή των όσων γίνονται σε κάποιο μέρος του χρόνου. Και αν πρόκειται για ουσία των απλών και υπαρχόντων πριν από οποιαδήποτε σύνθεση ή των σύνθετων μεν αλλά διαρκώς συντεθειμένων στα «ακατάλυτα δεσμά»  ή των όσων είναι ικανά πάλι να αναλύονται στα εξ ων συνετέθησαν. Αν λοιπόν εξετάζουμε το καθένα με τον τρόπο αυτό, θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε και ποιάς λογής τυχαίνει να είναι το αγαθό που του ανήκει. Διότι είναι βέβαια προφανές ότι σε όσα έλαχα αμέριστη η ουσία το αγαθό τους είναι αιώνιο, σε όσα έλαχε μεριστή η ουσία και το αγαθό τους είναι από τη φύση του κατά χρόνο και εν κινήσει, ενώ και η τελείωση των ενδιάμεσων θεωρείται με βάση τα μέτρα της υποστάσεως τους, που απαιτεί μεν χρόνο αλλά τον πρωταρχικό και αυτόν που μπορεί να καταμετρά τις ασώματες κυκλικές περιόδους.

Συνεπώς και της φιλοσοφίας στο σύνολό της και της πραγματείας του Πλάτωνα αυτή είναι η κυριότατη αρχή, αυτή που προ-αναφέραμε, η καθαρή και ανόθευτη «εἴδησιν» (ειδοποίηση/ μορφοποίηση) του ίδιου του εαυτού μας περιγεγραμμένη μέσα σε όρια επιστημονικά και συνδεδεμένη σταθερά με τους λογικούς καθορισμούς της αιτίας [τὴν ἡμῶν αὐτῶν καθαρὰν καὶ ἀκίβδηλον εἴδησιν ἐν ὅροις ἐπιστημονικοῖς περιγεγραμμένην καὶ τοῖς τῆς αἰτίας λογισμοῖς βεβαίως καταδεθεῖσαν]. Και από πού αλλού ταιριάζει να αρχίσουμε την κάθαρση και την τελείωση του εαυτού μας, παρεκτός από αυτό που παραγγέλνει και ο δελφικός Θεός ; Όπως δηλ. σε εκείνους που έμπαιναν στο τέμενος της Ελευσίνας η επιγραφή ανακοίνωνε να μην εισέρχονται στο άδυτο οι αμέτοχοι στην μύηση και στις τελετές, έτσι και στην είσοδο του δελφικού ναού το αναγεγραμμένο «Γνῶθι Σαυτὸν» δήλωνε τον τρόπο της ανοδικής πορείας προς την θεότητα και της πιο ωφέλιμης και αποτελεσματικής οδού που οδηγεί στην κάθαρση, λέγοντας σχεδόν ολοκάθαρα σε όσους μπορούν να καταλάβουν, ότι αυτός που γνωρίζει τον εαυτό του, αρχίζοντας από την εστία του, μπορεί να έρθει σε επαφή με τον θεό ο οποίος αποκαλύπτει τη σύνολη αλήθεια και είναι αρχηγέτης της καθαρτήριας ζωής. Αντίθετα, εκείνος που αγνοεί ποιος είναι, αμέτοχος όντας στις τελετές και στη μύηση, είναι ακατάλληλος για μετοχή στη πρόνοια του Απόλλωνα.

Τούτη λοιπόν ας θεωρήσουμε αρχή και της φιλοσοφίας και της διδασκαλίας του Πλάτωνα, η γνώση του εαυτού μας. Το σωστό είναι ο μελετητής του Απόλλωνα να αρχίζει την τελείωσή του των ατελών από αυτά που και ο ίδιος ο θεός παραγγέλνει. Άλλωστε και ο Σωκράτης, που λέει ότι είναι «τῶν κύκνων ὁμόδουλος» και εξίσου με αυτούς έλαβε το μαντικό χάρισμα από τον θεό, από αυτό λέγεται ότι ξεκίνησε την πορεία του προς την φιλοσοφία, από το ότι συνάντησε την πυθική επιγραφή και τη θεώρησε σαν προτροπή του ίδιου του Απόλλωνα. Από εκεί λοιπόν πρέπει να ξεκινήσουμε και εμείς ακολουθώντας τον θεό.

Εν ολίγοις, λέγει ο Πρόκλος : Η αυτογνωσία πρέπει να προηγείται κάθε άλλης σκέψης και όλης, θα λέγαμε, της φιλοσοφικής θεώρησης!

Όπως δηλαδή στις τελετές προηγούνται οι καθαρμοί, τα ραντίσματα και οι εξαγνισμοί, που είναι «τῶν ἐν ἀπορρήτοις δρωμένων καὶ τῆς τοῦ θείου μετουσίας γυμνάσματά», έτσι και η φιλοσοφική τελεσιουργία (τελετουργία) αποτελεί για κείνους που στέλλονται προς αυτή προκαταβολική κάθαρση και προετοιμασία της αυτογνωσίας και της αυτοφανής (αυτοφανέρωτης) θέασης της ουσίας μας.

Και αν πρέπει να του πούμε και αυτό, η κατάκτηση του αγαθού που μας αναλογεί/ταιριάζει περνά μέσα από την εξομοίωση μας με το σύμπαν, και μιας και μέσα στο σύμπαν υπάρχει αντιστοιχία με το Αγαθό, με τον νου, με την ψυχή και με το Είδος, έτσι και στα όντα το αντίστοιχο του Αγαθού είναι «τὸ ὁμοιωθῆναι τῷ θείῳ διὰ τῆς ἑαυτῶν ἐπιμελείας», αντίστοιχο του νου «τὸ γνῶναι ἑαυτούς», της ψυχής το πλήθος των αποδείξεων που μας άγουν προς «τὸ γνῶναι ἑαυτούς». Αντίστοιχο του Είδους (μορφής) ο χαρακτήρας της έκφρασης και των σχημάτων, η πλοκή των ιδεών και όσα άλλα στοιχεία ανήκουν στην λεκτική δύναμη.