Newsletter

Εγγραφείτε στο newsletter μας:

Αναζητώντας plan B στον ορυμαγδό της πτώσης στο Χρηματιστήριο

******

 
      24/1/2016
 

Του Βασίλη Γεώργα

georgas@kefalaio.gr

Σε συνθήκες απόλυτης σύγχυσης για την επόμενη μέρα παίζεται πλέον το παιχνίδι στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, όπου, εν μέσω κατάρρευσης των τιμών, ειδικοί και αναλυτές εμφανίζονται απόλυτα διχασμένοι για τις προοπτικές του Eλληνικού Χρηματιστηρίου. Το ξεκίνημα του 2016 είναι με διαφορά το χειρότερο δυνατό που θα μπορούσε να συμβεί σε μια χρονιά για την οποία έχουν καλλιεργηθεί πολύ μεγάλες προσδοκίες αντιστροφής της οικονομίας. Από τη μια το παγκόσμιο sell-off στις αγορές, που οσμίζονται επιστροφή σε παγκόσμια ύφεση και αναζωπύρωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης, και από την άλλη οι εσωτερικές ανησυχίες για άμεσες πολιτικές εξελίξεις σε μια ημι-κατεστραμμένη οικονομία, είναι οι καταλύτες που προκαλούν πολλαπλά κατάγματα σε κάθε προσπάθεια ανάταξης του επενδυτικού κλίματος. 

Ο κίνδυνος να συρθεί η χώρα σε μια τρίτη εκλογική αναμέτρηση εντός των επόμενων μηνών μεγεθύνεται, ως αποτέλεσμα της διαφαινόμενης αδυναμίας της κυβέρνησης να περάσει χωρίς έξωθεν στήριξη τα δύσκολα νομοσχέδια του ασφαλιστικού και του φορολογικού, με συνέπεια οι εισαγόμενες πιέσεις να έχουν πολλαπλασιαστικά αρνητικές συνέπειες στο Ελληνικό Χρηματιστήριο.

Αγνοείται η αντίδραση

Με μόλις δύο ανοδικές συνεδριάσεις στις τελευταίες δώδεκα, ο Γενικός Δείκτης χάνει πάνω από 16%, ο δείκτης της υψηλής κεφαλαιοποίησης κατακρημνίζεται σε διαδοχικά ιστορικά χαμηλά, οι μετοχές της "πραγματικής οικονομίας" κατακρημνίζονται επίσης, με απώλειες 20%-30% φέτος, ενώ οι μέτοχοι των τραπεζών έχουν βρεθεί να χάνουν μέσα σε μόλις έναν μήνα μέχρι και το 50%των χρημάτων που επένδυσαν στην τελευταία ανακεφαλαιοποίηση.

Το πρόβλημα, όμως, είναι πως μέχρι αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχουν ουσιαστικές ενδείξεις ότι η πορεία απαξίωσης μπορεί να αντιστραφεί. Η πτωτική τάση είναι απόλυτος κυρίαρχος του παιχνιδιού, σχηματισμός δημιουργίας πυθμένα δεν υπάρχει ούτε για δείγμα σε δείκτες και μετοχές και οι περισσότερες τεχνικές και διαγραμματικές ενδείξεις στον χρηματιστηριακό πίνακα δείχνουν ότι επίκεινται χαμηλότερα επίπεδα τιμών. Το αποτέλεσμα είναι μέσα σε λίγες συνεδριάσεις να έχουν αφανιστεί πάνω από 7 δισ. ευρώ κεφαλαιοποίησης στο Χρηματιστήριο και να δικαιώνονται μόνο όσοι έχουν θέσεις short στην αγορά.

Αν αυτή η μικρή καταστροφή του Ιανουαρίου δεν προοιωνίζεται μία ακόμα μεγαλύτερη που έρχεται τους επόμενους μήνες, τότε πράγματι η ελληνική αγορά βιώνει μια ακραία πτωτική υπερβολή, η οποία αργά ή γρήγορα θα αποκατασταθεί, εκτιμούν διορατικοί αναλυτές. Η σημασία της αντίδρασης που θα ακολουθήσει είναι πολύ μεγάλη. Από το εύρος και την έντασή της θα κριθεί η δυνατότητα της αγοράς να αντιστρέψει την πορεία της ή να υποχωρήσει ξανά και να καταγράψει νεότερα χαμηλά, αρκετά πιο κάτω από το σημείο όπου βρισκόμαστε.

Σε bear market

Ωστόσο, το κρίσιμο ερώτημα για το τι είναι τελικά αυτό που προεξοφλείται με την  κατάρρευση της αγοράς δεν έχει απαντηθεί. Κρυφή ελπίδα όλων είναι η χρηματιστηριακή καθίζηση να αντικατοπτρίζει πρωτίστως το παγκόσμιο sell-off, που παρασύρει σε διψήφιες απώλειες τις μεγάλες αγορές του πλανήτη, και όχι την προεξόφληση μιας επερχόμενης νέας λαίλαπας αρνητικών εξελίξεων στο ελληνικό "πρόβλημα", που θα οδηγήσουν σε επικίνδυνες ατραπούς τη χώρα και την οικονομία.

Στην πρώτη περίπτωση, οι πιθανότητες να διαφοροποιηθεί θετικά σε επόμενο στάδιο η ελληνική αγορά, ακόμα και αν ξεκινήσει ένα διεθνές bear market, είναι υπαρκτές. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στην προϋπόθεση ότι ο νέος κύκλος διαπραγμάτευσης που ξεκινά με τους δανειστές για την αξιολόγηση του Μνημονίου θα ολοκληρωθεί χωρίς μεγάλες καθυστερήσεις, ώστε από την άνοιξη να αρχίσει να αποκαθίσταται η ρευστότητα στην οικονομία και σταδιακά να δημιουργούνται προϋποθέσεις για επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Εδράζεται, δε, στα στοιχεία που δείχνουν ότι το Ελληνικό Χρηματιστήριο είναι, από την οπτική των θεμελιωδών δεδομένων, η φθηνότερη αγορά στην Ευρώπη, με τις αξίες των μετοχών να μην ξεπερνούν το 20% του ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε είναι πάνω από το 80% και φτάνει έως και το 250%.