Γράφει ο χρήστης του Forum του Capital Ίουλιανός
Μέχρις ενός σημείου οι μύθοι είναι χρήσιμοι. Λειτουργούν ως ένα είδος συνεκτικού ιστού που βάζει σε μια σειρά κοινές παραδοχές, εμπειρίες, παραδόσεις, εδραίες ή υπό διαμόρφωση πεποιθήσεις. Είναι επίσης ένα χρήσιμο εργαλείο για να αναγνωρίζουμε και να αποφεύγουμε ή να διερχόμαστε αλώβητοι τις κακοτοπιές. Το πρόβλημα με τους μύθους είναι η λογικοφάνειά τους, η οποία δεν ταυτίζεται κατ’ ανάγκην με τη λογική ούτε αντέχει επί μακρόν τη βάσανο της λογικής. Οι βαθιά ριζωμένοι μύθοι εξασφαλίζουν στους πιστεύοντες την άνεση να πορεύονται χωρίς δύσκολα διλήμματα και να λαμβάνουν "αυτονόητες" αποφάσεις, ταυτόχρονα όμως τους απομακρύνουν χωρίς δράματα και χάσματα από τη λογική. Υποκαθιστούν την πραγματικότητα με τη μυθολογική βεβαιότητα χωρίς να ανοίξει μύτη.
Μας αρέσουν οι μύθοι. Έχουμε μια από τις πλουσιότερες μυθολογίες του πλανήτη. Μας αρέσει να πιστεύουμε. Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Είναι μια διαδικασία βασισμένη στην επανάληψη, η οποία στο τέλος εξομοιώνεται με την απομνημόνευση. Ό,τι αντιλαμβανόμαστε κάθε μέρα γύρω μας, ό,τι επαναλαμβάνεται μπροστά στα μάτια μας, ό,τι ακούμε μετ’ επιτάσεως να διακινείται σε πραγματικούς και εικονικούς χώρους όπου συχνάζουμε, αυτό, και μόνον αυτό, είναι η πραγματικότητα. Κατά κανόνα δε, οι "πραγματικότητες" αυτού του είδους είναι ιεραρχήσεις τις οποίες εμείς απλώς "αποδεχόμαστε", διότι δεν μετέχουμε καθ’ οιονδήποτε τρόπο στη διαμόρφωσή τους, δεν φέρουμε καμία ευθύνη, "έτσι έχουν τα πράγματα", "έτσι τα βρήκαμε". Η μυθοπλαστική κρούστα της πραγματικότητας είναι το βασικό συστατικό του συντηρητισμού. Είναι ένας μηχανισμός εδραίωσης της ψυχολογικής ασφάλειας και απομάκρυνσης της λογικής ανασφάλειας. Ένας μηχανισμός σφυρηλάτησης του συλλογικού μας ανεύθυνου, απέναντι στις "προφανείς" ευθύνες άλλων, αλλότριων συλλογικοτήτων.
Οι μύθοι καθορίζουν τις επιλογές μας διά της μη επιλογής. Ουσιαστικά, το περιθώριο επιλογής που μας αφήνουν είναι αυτό της αποδοχής τους. Μετά όλα κυλούν μόνα τους. Και πώς να μη κυλούν, αφού το "αυτονόητο" έρχεται να συγκαλύψει ιδανικά το α-νόητο και να υποκαταστήσει το λογικό. Το λογικό είναι πάντοτε ζητούμενο, το μυθολογικό είναι πάντοτε δεδομένο. Το πρώτο το ψάχνεις μέσα στα ομιχλώδη μονοπάτια των συλλογισμών και των αξιολογικών κρίσεων. Το δεύτερο απλώνεις το χέρι και το αγγίζεις ή, εν πάση περιπτώσει, πιστεύεις ότι το αγγίζεις.
Ο κυρίαρχος μύθος σήμερα, αυτός που έχει διαμορφώσει τις συλλογικές μας στάσεις τα τελευταία χρόνια, είναι ότι η τραγική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει από κάθε άποψη η χώρα σχεδιάστηκε από σκοτεινούς κύκλους, εντός και εκτός Ελλάδος, χωρίς να την πάρει είδηση κανείς, ότι το πρόβλημα ήταν και παραμένει να "βρεθούν τα κλεμμένα", ότι όλα έβαιναν καλώς έως την εμφάνιση της κρίσης, ότι θα αρκούσε να αρνηθούμε όσα υποτίθεται ότι αποκαλύφθηκαν σε βάρος της χώρας το 2009 και να συνεχίσουμε να πορευόμαστε όπως και πριν, κι όλοι να είναι ευχαριστημένοι από αυτό το διαρκές ελληνικό θαύμα της ευημερίας χωρίς μόχθο, χωρίς παραγωγή, χωρίς συντεταγμένο κράτος αλλά μόνο με "χωριά Ποτέμκιν" εκεί όπου θα ’πρεπε να υπάρχουν, σύμφωνα με τις νόρμες της Εσπερίας, στέρεες κρατικές δομές.
Το ότι όλα αυτά αποτελούν απλώς έναν βολικό μύθο αποδείχθηκε περίτρανα με τη δήθεν αντισυστημική και περήφανη απάντηση του ελληνικού λαού στις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις που εδραίωσαν την πολιτική ηγεμονία της φερώνυμης ως ριζοσπαστικής-αντισυστημικής πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ. Τι τους εμπόδισε αλήθεια να γυρίσουν τον διακόπτη έξι χρόνια πίσω; Τι τους εμπόδισε να εφαρμόσουν την πολιτική που ευαγγελίσθηκαν ρίχνοντας σε πελάγη ευτυχίας οπαδούς και ψηφοφόρους; Τι τους εμπόδισε "με ένα νόμο, ένα άρθρο" να επαναφέρουν την προτέρα κατάσταση; Προς τι η βουλημική φορομανία που τους έχει καταλάβει εσχάτως στρεφόμενη προς πάσα κατεύθυνση και χωρίς σταματημό; Προς τι η προσχώρηση σε μια πολιτική "που δεν πιστεύουν" και η άγρια, ανερμάτιστη, ασύνταχτη, όπως-όπως επιδίωξή της; Την απάντηση δίνει η μυθολογική βάση των εξαγγελιών τους, η οποία θα ήταν τέλεια εάν δεν ήταν μονής κατευθύνσεως, τουτέστιν χωρίς καμιά αναφορά στην πραγματικότητα.
Η μυθολογική παράθλαση της πραγματικότητας εξακολουθεί να είναι επικίνδυνη ακόμη και όταν κάποιος, υπό το βάρος των πραγματικών δεδομένων της ζωής, αρχίσει να συμβιβάζεται με την αναγκαιότητα της επιλογής και της ευθύνης. Δείτε, φερ’ ειπείν, τι συμβαίνει στη χώρα μετά το ηρωικό ξεβράκωμα του εαρινού δημοψηφίσματος και την έλευση της χειμερίας ψύχρας:
Φόροι, φόροι παντού. Φόροι σε ό,τι ακόμη είναι παραγωγικό και ανταγωνιστικό, σε ό,τι μπορεί να φέρει συνάλλαγμα στη χώρα, όπως, π.χ., ο κλάδος της οινοποιίας. Φόροι ακόμη και σε ό,τι έχει πεθάνει, π.χ., στους μη έχοντες. Φόροι στις τραπεζικές συναλλαγές, ώστε το χρήμα που αρνείται πεισματικά να επιστρέψει στις τράπεζες από το εξωτερικό ή από το σεντούκι να μείνει εκεί που είναι, καταχωνιασμένο, και να μη δώσει το σύνθημα της επιστροφής στην εμπιστοσύνη και την ομαλότητα διά της επανεμφανίσεώς του εκεί απ’ όπου εξαφανίστηκε.
Αύξηση των εργοδοτικών εισφορών. Δηλαδή; Περαιτέρω μείωση της ανταγωνιστικότητας των ήδη θνησιγενών ελληνικών επιχειρήσεων, οι οποίες καλούνται να συνεχίσουν να λειτουργούν, να παράγουν, να απασχολούν προσωπικό, να φορολογούνται υπό συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας, περιορισμών στις εισαγωγές πρώτων υλών, μείωσης των συναλλαγών με το εξωτερικό, απόλυτης φορολογικής αβεβαιότητας. Αύξηση της ανεργίας, αυτής που πριν από λίγους μόλις μήνες καταγγελλόταν ως το μέγιστο των ανοσιουργημάτων της προηγούμενης κυβέρνησης. Η τωρινή αύξηση θα είναι "αριστερή", άρα καλή. Είναι άραγε τυχαία η απόσυρση της θλίψης και του πόνου που προκαλούσαν οι αυτοκτονίες από την ημερήσια διάταξη της κυρίαρχης ρητορείας; Προφανώς οι αυτοκτονίες σταμάτησαν πλέον. Κι αν δεν σταμάτησαν, σταματούμε να ασχολούμαστε εμείς μαζί τους. Ενοχλούν.
Παράταση της λειτουργίας του δημοσίου "ως έχει", ενώ είναι πλέον φανερή σε όλους – πλην των άμεσα ενδιαφερομένων και ωφελουμένων – η αδυναμία διατήρησης της χρηματοδότησής του στο ύψος και για το εύρος δραστηριοτήτων του παρελθόντος. Αλλά και πέραν του προβληματικού χρηματοδοτικού σκέλους της εξίσωσης "Εμπρός προς τα πίσω!", δείτε τα άλλα, τα ας πούμε "λειτουργικά" σκέλη: την πολιτική προσλήψεων "με συνέντευξη", την πολιτική της δημιουργίας και στελέχωσης νέων δημόσιων οργανισμών άνευ αντικειμένου ή με αβέβαιο αντικείμενο, την επιστροφή της Παιδείας στον κομματοκρατούμενο Μεσαίωνα της εκλογής των πρυτάνεων από τις φοιτητικές παρατάξεις – που αλλού συμβαίνει αυτό στον "πολιτισμένο κόσμο"; Εξ όσων γνωρίζω, πουθενά.
Μύθοι και πραγματικότητα μαζί, ενεργά και συνδιαλεγόμενα, παράγουν τέρατα. Υποτίθεται ότι θέτεις μια σειρά από στόχους με κοινό παρονομαστή τον εξορθολογισμό της λειτουργίας ενός οργανισμού που έχει εκτροχιαστεί και ο χρόνος που έχει στη διάθεσή του με τη στήριξη τρίτων δεν είναι άπειρος – αντιθέτως είναι πολύ περιορισμένος – και ταυτόχρονα, με δική σου πρωτοβουλία, υπονομεύεις αυτούς τους ίδιους στόχους. Γιατί; Επειδή η ίδια σου η ύπαρξη είναι προϊόν των μύθων που τώρα καλείσαι εκών-άκων να εγκαταλείψεις. Δεν πρόκειται για απλή αντίφαση. Πρόκειται για γκρεμό. Για αγεφύρωτο χάσμα. Με όρους ψυχολογικούς, για σχιζοειδή κατάσταση.
Ας μη λησμονούμε τον κόσμο που ακολούθησε, στήριξε και εξακολουθεί να στηρίζει αυτήν την πολιτική. Αυτούς που στήριξαν το "Όχι" και στη συνέχεια υπερακόντισαν, υπερθεμάτισαν με όρους μαζοχιστικής εξάρτησης τους οπαδούς του "Ναι". Αυτούς που απεχθάνονταν το μαύρο και τελικά επέλεξαν το ίδιο μαύρο ως άσπρο. Αυτούς που εξακολουθούν να απαιτούν ή να ελπίζουν στην επαναφορά στην προτέρα κατάσταση, όμως ακολουθούν απρόθυμα στη νέα κατάσταση, αυτή που τώρα διαμορφώνεται με τα ανωτέρω χαρακτηριστικά. Η μυθολογική τους εμμονή τους οδήγησε σε ανεύθυνες επιλογές, των οποίων τώρα καλούνται να αναλάβουν την ευθύνη. Εάν αυτό που εξαρχής ήθελαν ήταν δυνατό, γιατί δεν απαιτούν την πραγμάτωσή του; Γιατί μουδιάζουν; Γιατί αποδέχονται τον ρόλο του λοβοτομημένου ακροατή των άνοστων ανακοινώσεων περί "αδιαμφισβήτητης κυβερνητικής πλειοψηφίας" της κ. Γεροβασίλη; Γιατί ακούνε τους ζουρνάδες κι ας μη υπάρχει πουθενά ο ζουρνατζής; Το "Εμπρός προς τα πίσω!" δεν είναι τίποτε παραπάνω από μια ακόμη υπεκφυγή, μια ακόμη αυταπάτη σε μια χώρα που με υπεκφυγές και αυταπάτες επιχειρεί διαρκώς να νομιμοποιεί εκ των υστέρων παλιανθρωπιές και απάτες.