******
ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ
(Ή αύτονομία προέρχεται άπό τίς άδικίες τών πολιτικών δογμάτων)
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ:
Αυτονομία είναι το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Σύμφωνα με άλλον ορισμό, ωστόσο, η αυτονομία δεν ορίζεται ως δικαίωμα (το οποίο υποδηλώνει ότι αυτό το δικαίωμα πηγάζει από κάπου έξω από το άτομο φορέα της αυτονομίας - πχ από το Νόμο ή την Ηθική) αλλά ορίζεται ως ικανότητα ή σύμφωνα με τρίτο ορισμό ως κατάσταση. Δηλαδή αυτονομία είναι η κατάσταση αυτοδιάθεσης του ατόμου. Τι ακριβώς όμως σημαίνει αυτοδιάθεση; Μπορούμε να απαντήσουμε επισημαίνοντας τη διαφοροποίηση της αυτονομίας από την έννοια της έλευθερίας: Η τελευταία αναφέρεται στην ικανότητα και επάρκεια μέσων ώστε το άτομo να μπορεί να δρα χωρίς εξωτερικούς και εσωτερικούς περιορισμούς σύμφωνα με τη θέληση του. Η πρώτη αναφέρεται στην αυθεντικότητα και ανεξαρτησία των ίδιων των κινήτρων που καθορίζουν τη θέληση ενός ατόμου, ώστε πηγή της θελήσεως να είναι αυθεντικά το ίδιο το άτομο και όχι άλλοι εξωτερικοί παράγοντες. Ως έννοια εμφανίζεται στην ήθική, την πολιτική και την βιοηθική φιλοσοφία και αναφέρεται στη δυνάμει ικανότητα ενός λογικού ατόμου να παίρνει καθοριστικές αποφάσεις κατόπιν ενημέρωσης και χωρίς εξαναγκασμό. Ο όρος χρησιμοποιείται επίσης με πολιτική έννοια αναφορικά με τήν αύτοδιάθεση ένός λαού.

ΑΥΤΟΝΟΜΟΣ:
O αύτονομισμός είναι ένα κοινωνικό κίνημα. Στην κυριολεξία σημαίνει «χωρίς εξουσία» και το κοινό χαρακτηριστικό όλων των αναρχικών κινημάτων είναι το αίτημά τους για κατάργηση τού κράτους, το οποίο βλέπουν ως βασικό καταπιεστικό παράγοντα περιορισμού της έλευθερίας του ατόμου ή / και της κοινωνίας. Ο όρος αναρχισμός αρχικά είχε αρνητική έννοια, διότι αναρχία στην καθομιλουμένη συνήθως σήμαινε χάος κοινωνικό, πολιτικό και όχι μόνο. Δήλωνε δηλαδή την αταξία ή υπήρχαν φορές που ταυτιζόταν με αντικαθεστωτικές βομβιστικές ενέργειες οι οποίες χαρακτηρίζονταν τρομοκρατικές. Η απαραίτητη σύνδεση με τη βία και το χάος ωστόσο είναι προπαγανδιστική, καθώς ορισμένοι θεωρητικοί αναρχικοί θεωρούν τη βία όχι μόνο ακατάλληλο μέσο επιβολής, αλλά επίσης την εξισώσουν με την άστική ήθική, εγκρίνοντάς την μόνο ως μέσο αυτοάμυνας.
Η λέξη αναρχία, όπως τη χρησιμοποιούν οι περισσότεροι αναρχικοί, δηλώνει μια αρμονική αντιεξουσιαστική και αταξική κοινωνία, που στηρίζεται στις δυνατότητες της εθελοντικής συνεργασίας και αμοιβαίας βοήθειας των ανθρώπων πού προέρχονται άπό όλες τίς πολιτικές ίδεολογίες με βάση τον ατομικό αύτοπροσδιορισμό και την προσωπική συμμετοχή. Στη θέση των σημερινών ιεραρχικών, εξουσιαστικών πολιτικών δομών καί οίκονομικών θεσμών, οι αναρχικοί προτείνουν κοινωνικές σχέσεις θεμελιωμένες στην «εκούσια» ομαδική συγκρότηση αυτόνομων ατόμων, την αλληλεγγύη και την αύτοδιαχείρηση. Ενώ συχνά ο αναρχισμός ορίζεται από αυτό στο οποίο εναντιώνεται, εντούτοις οι αναρχικοί ανά τις εποχές προσέφεραν σύμφωνα με το όραμα για αυτό που πιστεύουν ότι είναι η αληθινά ελεύθερη κοινωνία. Ωστόσο, οι αντιλήψεις για το πώς μπορεί να είναι λειτουργική μια τέτοια κοινωνία πιθανώς διαφέρουν πολύ, ιδιαίτερα όσον αφορά την οργάνωση των οικονομικών της σχέσεων.
Οι αναρχικοί απορρίπτουν όλες τις μορφές κοινοβουλευτικής πολιτικής δράσης ως ανούσιες και προσβλέπουν σε μία «κοινωνική επανάσταση» (αναρχοκολεκτιβιστές), σε γενικές εργατικές άπεργίες (αναρχοσυνδικαλιστές) ή σε μία καθολική «ανυπακοή των μαζών» (αναρχοατομικιστές), προκειμένου να επέλθει η αναρχία. Η χρήση αντικρατικής βίας, είτε κατά την επαναστατική αυτή διαδικασία είτε νωρίτερα υπό μορφή άκτιβισμού, από κάποιους αναρχικούς απορρίπτεται ρητά ως εξουσιαστική πρακτική, ενω από άλλους θεωρείται αναγκαία προκειμένου να εξασφαλιστεί η άμυνα των εξεγερμένων, η κινητοποίηση της κοινωνίας και η ήττα των δυνάμεων του κράτους.
(Ο ΑΥΤΟΝΟΜΟΣ)