Του Κώστα Στούπα
Η κυβέρνηση ευελπιστεί πως την Ελλάδα θα την προστατέψει η Τουρκία από την εισβολή προσφύγων-μεταναστών, την οποία η ίδια (η Τουρκία) προκαλεί μέσω της ανοχής Τούρκων δουλεμπόρων ή εκτελεί βάσει σχεδίου.
Στην Τουρκία υπάρχουν αυτή τη στιγμή 3 εκατ. πρόσφυγες-μετανάστες και η πρόσφατη συμφωνία επαναπροώθησης ακόμη και αν λειτουργήσει απρόσκοπτα αφορά 72.000 άτομα.
Το προσφυγικό-μεταναστευτικό ανταγωνίζεται την οικονομία στο ποιο από τα δυο θα αποτελέσει την αιτία για ταχύτερη κατάρρευση της χώρας με το ζήτημα μιας εθνικής τραγωδίας ανοιχτό.
Η ελληνική κυβέρνηση ευελπιστεί επίσης πως όταν θα κλείσει η αξιολόγηση θα ξεκινήσει και η συζήτηση για την αναδιάρθρωση του χρέους και το οικονομικό κλίμα θα αντιστραφεί, θα ανοίξουν οι δουλειές, θα μειωθεί η ανεργία και τα δημόσια ταμεία μαζί με τα ασφαλιστικά θα ξεχειλίσουν από έσοδα.
Είναι φανερό πως υπάρχει απόσταση μεταξύ της αντίληψης της κυβέρνησης για την πραγματικότητα και της πραγματικότητας της ίδιας.
Το Φεβρουάριο που πέρασε, για δεύτερο μήνα το 2016, και παρά το γεγονός πως παραμένουν σε ισχύ τα capital controls, οι καταθέσεις στις τράπεζες μειώθηκαν κατά 1,1 δισ. ευρώ. Τον Ιανουάριο οι καταθέσεις είχαν μειωθεί κατά 1,5 δισ. ευρώ στα 122,2 δισ. ευρώ.
Όταν οι γιαγιάδες και οι παππούδες στήνονται κάθε τέλος του μήνα στην ουρά για να σηκώσουν τις συντάξεις μη τυχόν και τις χάσουν, υπάρχει περίπτωση να επιστρέψουν στις τράπεζες τα 100 δισ. καταθέσεων που έχουν φύγει ή να επενδύσει κανένας σοβαρός άνθρωπος στη χώρα;
Είναι προφανές πως ζούμε μια περιπέτεια ανάλογη εκείνης του πρώτου εξαμήνου του 2015 χωρίς καν να το επιδιώκει η κυβέρνηση αυτή τη φορά.
Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα πιστεύει πως μπορεί να κερδίσει το στοίχημα της εξουσίας που έχασε τον τελευταίο χρόνο, με την επιδείνωση που έφερε εκτός της οικονομίας στους περισσότερους τομείς της κυβερνητικής διαχείρισης, με τη φθορά της αξιωματικής αντιπολίτευσης η οποία μένοντας σταθερή προηγείται γιατί καταρρέουν τα ποσοστά της κυβέρνησης στις δημοσκοπήσεις.
Αν προσέξει κάποιος τις δημοσκοπήσεις πέραν του ποιος προηγείται στην πρόθεση ψήφου, εύκολα μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα πως δεν είναι απίθανο το σενάριο λίαν συντόμως ο ΣΥΡΙΖΑ να χρειαστεί να υποστηρίξει τη Νέα Δημοκρατία του κ. Μητσοτάκη (ή το αντίθετο αν έχει το προβάδισμα...) προκειμένου να ανακοπεί το ρεύμα υπέρ κάποιου ελληνικού AfD ή Έλληνα Τραμπ.
Σε δημοσκόπηση της Public Issue στην Αυγή της Κυριακής που μας πέρασε π.χ. υπάρχουν τα εξής ενδιαφέροντα στοιχεία. Το 88% του δείγματος που αντιπροσωπεύει την κοινή γνώμη είναι δυσαρεστημένο από την κυβέρνηση και μόνο το 11% είναι ικανοποιημένο από αυτήν. Αντίστοιχα το 85% είναι δυσαρεστημένο από την αντιπολίτευση με ικανοποιημένο το 15%.
Ήτοι, πάνω από τα δυο τρίτα παραπληρωματικά είναι δυσαρεστημένα με κυβέρνηση και αντιπολίτευση.
Στην ίδια δημοσκόπηση το 72% φέρεται να επιθυμεί την ανάκτηση του ελέγχου των συνόρων με την παρεμπόδιση της ελεύθερης εισόδου προσφύγων και μεταναστών.
Σε άλλη δημοσκόπηση της Alco στο Πρώτο Θέμα η διαφορά μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ διευρύνεται στο 3,8% από 3,3% τον Ιανουάριο, με τη μεταβολή των ποσοστών των δυο κομμάτων να έχει αρνητικό πρόσημο.
Αντιθέτως δυναμική ανόδου εμφανίζουν η αποχή και η αντισυστημική ψήφος.
Ένας συνδυασμός των στοιχείων όλων των δημοσκοπήσεων καταδεικνύει πως επιταχύνεται η δημιουργία γόνιμου εδάφους ανάλογου με αυτού που εκτόξευσε τον Ντόναλντ Τράμπ στις ΗΠΑ και απειλεί με διάσπαση το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων, ή αντίστοιχα το κλίμα που έχει φέρει την Μαρίν Λεπέν πρώτη στη Γαλλία, το ΑfD κλπ.
Στην κοινωνία φαίνεται να κυοφορούνται τεκτονικές αλλαγές οι οποίες σε συνδυασμό με τα πλέον πιθανά σενάρια της οικονομικής κατάρρευσης, της απώλειας εθνικής κυριαρχίας και εξασθένισης της δημόσιας ασφάλειας μπορεί να αποκτήσουν ανεξέλεγκτες δυναμικές...
Δεν γνωρίζω αν η ΝΔ του κ. Μητσοτάκη θα καταφέρει να αφήσει πίσω το παλαιοκομματικό της σκάφανδρο και να εισπράξει μέρος της αυξανόμενης αποστροφής προς την κυβέρνηση ή θα το κάνει αυτό κάποιο άλλο σχήμα της κεντροαριστεράς. Αν δεν το καταφέρουν πάντως, που φαίνεται πολύ πιθανό, θα προκύψει κάποιος τρίτος να το πράξει με όρους που κανείς δεν γνωρίζει.